Φτιάχνουν παρέες στα στενά
και σιγανά κρυφομιλούνε
για τη θεϊκή σου ομορφιά
και όλοι λεν πως σε φιλούνε.
Κι εγώ που τόσο σ’ αγαπώ
μένω βουβός μπροστά τους,
φοβάμαι τον κρυφό καημό
που έχουν στην καρδιά τους.
Πολλοί σ’ αυτή τη γειτονιά
τη νύχτα δεν κοιμούνται,
βγαίνουν στους δρόμους στα στενά
για σένανε χτυπιούνται.
Κάτω απ΄ το παράθυρό σου
σκορπίζουν κόκκινα λουλούδια,
για το πανώριο πρόσωπό σου
χαρίζουν όμορφα τραγούδια.
Στέκω κι εγώ σε μια γωνιά
με τρέμουλο βαθύ στα στήθη,
παρηγοριά μου η σκοτεινιά
στων ζηλωτών τα πλήθη.
Παίρνω να ρίξω μια πετριά
τον πανικό να σκορπίσω
και στο πλατύσκαλο κρυφή σκιά
να έρθω να σου μιλήσω.
Τρελά φτερουγίζει η ψυχή μου,
στη θωριά σου σμιλεύω πεθυμιές ‚
γοργός ανασασμός και η πνοή μου
σε πολυπόθητες σφιχταγκαλιές.
Γέρνω στον πόθο μου ορφανός
και στα πάθη μου με απαντοχή,
βαθυγάλανος να βγεί ο ουρανός
και ρόδινη να φέξει η αυγή.
Να έχει κόντεμα τούτη η νυχτιά,
το χάραμα νωρίτερα να φτάσει
και με την τελευταία αστροφεγγιά
αγάπης να στήσουμε γιορτάσι.
Στο παραθύρι σου να σταθεί
ο ήλιος λαμπρός μαντατοφόρος,
να σου δώσει το πρώτο μας φιλί,
και στ’ απάντημά σου ελπιδοφόρος.
Αυτόματο προσχέδιο by Γεώργιος Αλεξανδρής is licensed under a Creative Commons Attribution 4.0 International License.
Based on a work at alexandris23.net.
Permissions beyond the scope of this license may be available at https://alexandris23.net.
Πρόσφατα σχόλια