Χόρεψες νύμφη στην αυγή,
λίγο πιο πάνω από τη γη.
Τα μάτια σου, βαθύσκιωτα υγρά,
πλημμύρα τα ξέπλεκα μαλλιά.
Το γέλιο σου, σπάταλο λευκό,
χαμήλωνε τον ουρανό.
Καθάριο στη βρύση το νερό,
άκουγε η γη μουρμουρητό.
Έσκυβες και έπαιρνες δροσιά,
γεμάτες οι χούφτες σου αντηλιά.
Άπλωνες και μου ’δινες να πιω,
ανάσα, ζωή απ’ τον καιρό.
Στρωμένο κρεβάτι νυφικό,
σε κάμπο πράσινο ανοιχτό.
Κόκκινο κρασί μες στο κανάτι,
μεθύσι η κάθε μας γουλιά.
Άνοιγες τα χέρια σου φτερά,
για να χωρέσει η αγάπη.
Και πέρα εκεί στην απλωσιά,
έπαιζαν τ’ ανέμου τα παιδιά.
Κατέβηκαν στην ακροποταμιά
κι άλλαζαν τα σύννεφα φιλιά.
Πώς έγινε και πήραν τη μορφή σου,
κι έτρεξα κι εγώ για το φιλί σου;
ΟΝΕΙΡΟ by Γεώργιος Αλεξανδρής is licensed under a Creative Commons Attribution 3.0 Unported License.
Based on a work at www.alexandris23.net.
Permissions beyond the scope of this license may be available at https://alexandris23.net.
Πρόσφατα σχόλια