Skip to content

ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

Τού­το το καλο­καί­ρι,
ήταν ο πιο ανυ­πο­ψί­α­στος και αθώ­ος
ερω­τι­κός μονό­λο­γος.
Λιτός από­η­χος,
του σκε­πτι­κι­σμού και της προσδοκίας.

Περα­τά­ρης σε ανοι­χτές στρά­τες
ο ήλιος στέ­γνω­νε τη γη
και έχα­νε ο ουρα­νός το χρώ­μα,
την ώρα που στ’ απο­κα­μω­μέ­νο
κορ­μί της αιω­νό­βιας ελιάς,
αλα­ζο­νι­κά μυρ­μή­γκια
σε φιδό­συρ­το δίστρα­το,
γήτευαν τον οργα­σμό της ζωής
και τ’ ασυμ­μά­ζευ­το τζι­τζί­κι
με την απο­ρη­μέ­νη σαύ­ρα ‚
τολ­μού­σαν  ν’ απο­δρά­σουν|
στου μεση­με­ριού το κάμα.

Τρε­μά­με­νη σκιά η ανα­μο­νή,
αφώ­λια­στη σε φύλ­λα χωρίς απάγ­γιο,
η αγω­νία μακα­ρι­σμός
και μετέ­ω­ρη ματιά
η κάθε απο­στρο­φή του λόγου.

Σε καρ­τε­ρού­σα άσπι­λο στό­μα,
γεμά­το ιερές σιω­πές κι από­κο­σμους ψιθύ­ρους,
ακό­ρε­στη δίψα,
στο νάμα της ψυχής σου
και τους χυμούς του κορ­μιού σου.

Γλυ­κό τρα­γού­δι να σε ακούω
σε κάθε στε­ναγ­μό κι ανά­σα,
στα μάτια σου το κάλε­σμα να βλέ­πω
για την πιο όμορ­φη και αρμο­νι­κή
ερω­τι­κή πανδαισία.

Ερχό­σουν μόλις από το χθες
και έγερ­νες στις κρυ­φές επι­θυ­μί­ες,
με τις σκέ­ψεις να συνο­μο­λο­γούν
χωρίς  προ­φά­σεις και αδιέ­ξο­δα,
με χέρια ανοι­χτά και τολ­μη­ρά
και λαχα­νια­σμέ­να στή­θια,
ν’ αφε­θείς και να υπο­κύ­ψεις
στον ερχο­μό της αιώ­νιας στιγ­μής,
για να προ­λά­βεις την ομορ­φιά της καται­γί­δας
που παρα­μό­νευε,
και την ικέ­τευ­ες,
στο γέρ­μα του ιερού πόθου.

Τού­το το καλο­καί­ρι,
σε πρό­σμε­να νιό­βγαλ­το φεγ­γά­ρι,
στις αγκα­λιές της γης και τ’ ουρα­νού
κι εσύ έλαμ­ψες  παν­σέ­λη­νος
στο σταυ­ρο­δρό­μι της ζωής μου.


2η βελ­τιω­μέ­νη γραφή.

Creative Commons License
Αυτό­μα­το προ­σχέ­διο by Γεώρ­γιος Αλε­ξαν­δρής is licensed under a Creative Commons Attribution 4.0 International License.
Based on a work at alexandris23.net.
Permissions beyond the scope of this license may be available at https://alexandris23.net.