Μ’ εκστατικό και επιτήδειο βλέμμα
ατένιζε μπροστά σε κινούμενες εικόνες
και με προσήλωση κι οξύνοια,
αναγνώριζε δαιδαλώδη σχέδια κι αφηρημένα σκίτσα
κι ανίχνευε της φύσης τελειότητες και θεϊκή σοφία.
Και δεν είδε κείνο το παιδί που χαιρετούσε,
το πουλί που έπινε στην ανοιχτή τη βρύση
ούτε και τη μικρή αυλή στο γιασεμί πνιγμένη.
Στο βάθος ανακάλυπτε διάστικτη γραμμή.
Και το λεωφορείο έτρεχε.
Ίδρωνε το χέρι στη χειρολαβή.
Τον ουρανό σφιχτά κρατούσε, τη γη για να μη χάσει.
Με δόκιμο συλλογισμό και βίαιες συλλήψεις
εμβάθυνε σε μυστικά περάσματα κι απολήξεις
και με στρατευμένη την ψυχή,
έβρισκε νόημα ζωής στων συμβολισμών τη δίνη,
στη σύγκρουση των ιδεών και των συνειρμών την έπαρση.
Και δεν άκουγε τον απροσποίητο λόγο,
των ονείρων τις συνάξεις δεν ένιωθε ως καταφυγή
ούτε πως δεν είχε μόνο ένα πρόσωπο η ζωή.
Είχαν τη δική τους ερμηνεία οι πειρασμοί.
Και έτρεχε η ζωή.
Στέγνωνε ο νους του στη φυγή.
Του χρόνου έβρισκε ρωγμές και όχι της σιωπής του.
Και το λεωφορείο έτρεχε.
Κι ούτε είδε κι άκουσε εκείνον στη στροφή
που φώναξε δείχνοντάς τον,
«να κι άλλος ένας μόνος του επιβάτης».
ΕΠΙΒΑΤΗΣ by Γεώργιος Αλεξανδρής is licensed under a Creative Commons Attribution 3.0 Unported License.
Based on a work at www.alexandris23.net.
Permissions beyond the scope of this license may be available at https://alexandris23.net.
Πρόσφατα σχόλια