Skip to content

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ

Το κάστρο που ορθώ­νε­ται έχει μεγά­λα τεί­χη.
Τις πύλες έχει σφα­λι­στές και το φυλά­νε δρά­κοι.
Ο Ρήγας που το έχτι­σε λίγες φορές γρι­κή­θη
να το θωρεί  από κοντά ανθρώ­πι­νο δισάκι.

Το βλέ­πει η νύχτα χαί­ρε­ται, ο ήλιος καμα­ρώ­νει,
η πλά­ση παίρ­νει χρώ­μα­τα, στο­λί­ζει και μαγεύ­ει,
δρο­σιά και χάδι ο άνε­μος και το γλυ­κό αηδό­νι,
κελά­η­δη­μα  στα δίκλω­να τον κόσμο να γητεύει.

Στην πύλη ίσια οδη­γεί ένας μεγά­λος δρό­μος.
Ρυά­κια δεξιά κι αρι­στε­ρά και πιο ψηλά ανα­βρύ­ζει
μια βρύ­ση που έχει μέσα του βρά­χος ξερός και μόνος
πετού­με­να να πίνου­νε, δια­βά­τες να δροσίζει.

Πολέ­μαρ­χοι εστή­θη­καν μπρος στα μεγά­λα τεί­χη,
το κάστρο να πατή­σου­νε τον Ρήγα να συλ­λά­βουν
και ρίχνουν βέλη σύν­νε­φα τ’ αρμα­τω­μέ­να πλή­θη,
στο γιό­μα να αγκι­στρω­θούν, το δεί­λι να προλάβουν.

Την μάχη οι δρά­κοι την κρα­τούν αιώ­νια φωτιά.
Ο πόθος της κατά­κτη­σης κρυ­φά την συν­δαυ­λί­ζει
και πέφτου­νε αιμό­στα­χτα τ’ ανθρώ­πι­να κορ­μιά,
μπρο­στά στο κάστρο τ’ άπαρ­το που χαλα­σμό βουίζει.

Η νύχτα φτιά­χνει δόρα­τα κι η μέρα τα ξοδεύ­ει.
Κρα­τούν δυνά­μεις το πρωί τις χάνου­νε στο γιό­μα.
Η μάχη συνε­χί­ζε­ται και τον και­ρό τους κλέ­βει
κι επί­δο­ξοι οι πολέ­μαρ­χοι το πολε­μούν ακόμα.

Στα βέλη μένει άπαρ­το, μ’ αλα­λαγ­μούς δεν πέφτει.
Κοντά­ρια κι αν μου­γκρί­ζου­νε σπα­θιά και αν σφυ­ρί­ζουν ‚
θα μένει πάντα άπαρ­το και θέλει πρώ­το κλέ­φτη
να έχει σπί­θες στην καρ­διά και μάτια να βιγλίζουν.

Την μάχη άφη­σαν ορθή πολε­μι­στές τεχνί­τες
και μες στο δάσος το πυκνό, ζητού­νε μονο­πά­τια.
Κρυ­φά στον πύρ­γο ανέ­βη­καν οι καστρο­πο­λε­μί­τες
και τώρα από μέσα τα πατούν ‚του Ρήγα τα παλάτια

Creative Commons License
Αυτό­μα­το προ­σχέ­διο by Γεώρ­γιος Αλε­ξαν­δρής is licensed under a Creative Commons Attribution 4.0 International License.
Based on a work at www.alexandris23.net.
Permissions beyond the scope of this license may be available at https://alexandris23.net.