Κουρσεμένη και άδεια η πόλη,
τα φώτα χαμηλά και ξεθωριασμένα
κι οι δρόμοι σκοτεινά καλντερίμια.
Βουβοί κι αδυσώπητοι οι καιροί,
ροή του κενού και σημάδι θολό του μυαλού,
απουσίας μέτρημα και ερημιάς αρχή.
Εύθραυστοι κι εμείς στην οδύνη της μέρας
και στην απόγνωση της νύχτας,
ρημάξαμε την ψυχή μας
με τους δισταγμούς και τις ενοχές,
κι αφεθήκαμε στην αποζήτηση και την αναμονή,
με μετέωρες προσδοκίες
και λεηλατημένες ελπίδες.
Δυο δρόμοι η πόλη όλη κι όλη,
άστεγη σ’ ερείπια και φτωχογειτονιές,
λούφαξε σε ίσκιους, φόβους και απειλές.
Παγιδεύτηκε η ζωή σε δυο γωνιές,
απόκρυφες, σαν της αγρύπνιας τα τραγούδια,
σαν τα κρυφά φεγγάρια και σαν τις μοναξιές.
Μικρόθυμοι κι εμείς συνοδοιπόροι,
της ψυχής το σκίρτημα που πύρωσε το νου
και πλημμύρισε τη ζωή μας ,
τ’ αφήσαμε να μας το ζεστάνουν
οι χάρες και οι συνωμοσίες των θεών,
κι έγιναν τώρα οι επικλήσεις
προσμονές και μοιρολόγια.
ΔΥΟ ΑΠΟΚΡΥΦΕΣ ΓΩΝΙΕΣ by Γεώργιος Αλεξανδρής is licensed under a Creative Commons Attribution 3.0 Unported License.
Based on a work at www.alexandris23.net.
Permissions beyond the scope of this license may be available at https://alexandris23.net.
Πρόσφατα σχόλια