Κι όταν αναρωτιόμουν για τ’ ανερμήνευτο της χαράς,
την τόση αγαλλίαση στης ψυχής τη δοκιμασία,
ερχόσουν πολύφερνη με μάγια και μαρτυρίες,
εικόνα άχραντη λυτρωτική στο θράσος των ονείρων
και λόγος αψεγάδιαστος στου λογισμού την τόλμη.
Με το μακάριο βλέμμα σου γύμνωνες τους μύθους μου,
τον ίσκιο σου στέριωνες μ’ ένα χαμόγελο ταπεινό
καθώς μου ‘λεγες πως η απόλυτη χαρά και ευτυχία,
δρόμοι είναι μικροί, περπατημένοι κι αντάμωμα κοντινό,
απλές ιστορίες, συνηθισμένες του λίγου και του μοναδικού.
Σε πεθύμησα αρχέγονη μήτρα έρωτα και ζωής,
σε λαχτάρησς ξάφνιασμα αναπάντεχου ερχομού
κι έφτανες ιέρεια για τελετή σε σύναξη αγγέλων,
απόκοσμη μουσική, εκστατικός χορός και πνεύμα
απ’ των θεών το άναρχο και το αιώνιο των ανθρώπων.
Αρχή του ουρανού η αγκάλη σου και η ματιά σου αυγή,
στα χείλη σου, ανεπιτήδευτο φιλί η σύνοψη του κόσμου
καθώς μου μάθαινες τη μυστική κορύφωση της αγάπης
στην πλησμονή του ελάχιστου, στη σίγαση του πάθους,
να ‘ναι η πληρότητα αρετή κι εμείς ο εαυτός μας.
17−2−16
Δημοσιεύτηκε στην „ΕΡΕΥΝΑ” το Σάββατο 20−2−16
Η ΠΛΗΣΜΟΝΗ ΤΟΥ ΕΛΑΧΙΣΤΟΥ by Γεώργιος Αλεξανδρής is licensed under a Creative Commons Attribution 4.0 International License.
Based on a work at www.alexandris23.net.
Permissions beyond the scope of this license may be available at https://alexandris23.net.
Πρόσφατα σχόλια